Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ* ΚΑΙ Η ΕΘΝΙΚΗ ΜΑΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ

BalaorithsΕὐάγγελος Στ. Πονηρός,

 Δρ. Θ., Μ.Φ.

 

 

Α. Ὁ εἰς βάρος τῆς Ἑλλάδος πόλεμος

 

 Ἡ Ἑλλὰς ἀντιμετωπίζει ἕναν πολυμέτωπο πόλεμο εἰς βάρος της. Ἕναν πόλεμο οἰκονομικό, κατὰ τὸν ὁποῖον ἔχουμε χάσει πολλὲς μάχες. Ἕναν πόλεμο ἰδεολογικό, τὸν ὁποῖο ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες δὲν ἔχουν συνειδητοποιήσει καὶ γι’ αὐτὸ κάποιοι ἀπὸ αὐτούς, ἔχοντας πεισθεῖ πὼς πρόκειται γιὰ ζητήματα ἀσήμαντα, εἶναι διατεθειμένοι νὰ παραχωρήσουν πολλὲς νίκες στὸν ἐχθρό, ἕναν ἐχθρὸ ὁ ὁποῖος παραμένοντας ἀόρατος ἀπαιτεῖ νὰ ἀποβάλει ἡ Ἑλλὰς ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ ψυχολογικά της στηρίγματα: γλώσσα, ἱστορία, θρησκεία, ἤθη, ἔθιμα, πατροπαράδοτο τρόπο ζωῆς.

Ἐὰν οἱ δυὸ αὐτοὶ πόλεμοι, οἰκονομικὸς καὶ ἰδεολογικός, ἐπιτύχουν ἱκανοποιητικῶς τοὺς ἀντικειμενικούς τους σκοπούς, τότε δὲν ἀποκλείεται νὰ ὑπάρξει καὶ ἔνοπλος πόλεμος, ὁ ὁποῖος θὰ ἔχει ὡς ἀντικειμενικὸ σκοπὸ τὴν πλήρη κατάλυση τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους καὶ τὴν ὑποδούλωση τῶν Ἑλλήνων.

 

Β. Ὁ Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης ἐπίκαιρος ὅσο ποτέ

 

Ὁ Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879) ἦταν ἐθνικὸς ποιητής, μὲ τοὺς στίχους του ζωντάνευε τὸ ἡρωικὸ κλεφταρματωλικὸ καὶ ἐπαναστατικὸ παρελθὸν τῶν Ἑλλήνων, γιὰ νὰ κρατήσει μέσα τους ἄσβεστη τὴ δίψα γιὰ ἐλευθερία, γιὰ ἀγῶνες. Κατὰ τὸν Κωστὴ Παλαμὰ ποτὲ δὲν ἐκφράσθηκε στὰ ποιήματά του μὲ τὸ «ἐγώ», ἀλλὰ πάντοτε μὲ τὸ «ἐμεῖς». Ἀγωνίσθηκε μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις ὡς πληρεξούσιος τῆς  ἑπτανησιακῆς βουλῆς γιὰ τὴν ἕνωση τῆς Ἑπτανήσου μὲ τὴ μητέρα Ἑλλάδα καὶ ἀργότερα ὡς βουλευτὴς τοῦ ἑλληνικοῦ κοινοβουλίου. Ἀρνήθηκε τὴ θέση τοῦ προέδρου τῆς Ἐθνοσυνελεύσεως, ἀλλὰ καὶ τὴ θέση τοῦ ὑπουργοῦ τῶν ἐξωτερικῶν. Ἔγραψε στὴ σύζυγό του: «ἡ ψυχή μου δὲν εἶναι πρὸς πώλησιν. Εἰς μίαν καὶ μόνην δόξαν ἀτενίζω: νὰ ζήσω καὶ νὰ ἀποθάνω ἄνευ κηλῖδος καὶ ἄμεμπτος.»

Ἔλεγε στὶς 22-6-1864 ὁ ἄμεμπτος αὐτὸς Ἕλληνας, μόλις τριανταπέντε ἔτη μετὰ τὴ λήξη τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως, κατὰ τὴν ἀγόρευσή του στὴ Β΄  Συνέλευση τῶν Ἑλλήνων: «Τὸ δὲ ἑλληνικὸν ἔθνος, κύριοι, ἔχει ἀνάγκην ἀνέσεως. Τὸ ὄνομα ἡμῶν κατήντησεν ἀντικείμενον ἐμπαιγμοῦ καὶ περιφρονήσεως. Ἀπεκαλύψαμεν τὰς πληγάς μας καὶ τώρα πρέπει νὰ φροντίσωμεν ὅσον ο ἷόν τε τάχιον νὰ τὰς θεραπεύσωμεν. Ἡ δημοσία πίστις ἐξέλιπεν. Ἡ Ἑλλὰς θεωρεῖται χρεωκόπος. Τὸ εὐμετάβλητον τῆς  κυβερνήσεως τηρεῖ τὸ κράτος εἰς διηνεκῆ δονισμόν. Αἱ βάσεις τοῦ οἰκοδομήματος σαλεύονται.

Τοιαύτης καταστάσεως πραγμάτων τὴν διατήρησιν οὐ μόνον δὲν τὴν ἐπιθυμοῦμεν, ἀλλὰ παντὶ σθένει θέλομεν ἐργασθῆ πρὸς ἐπανέλευσιν τῆς τάξεως, πρὸς ἐνίσχυσιν τοῦ νόμου, πρὸς παγίωσιν τῆς πολιτείας.

Τὸ κατ’ ἐμὲ φρονῶ ὅτι, ἂν ἕκαστος ἡμῶν δὲν θυσιάσῃ ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ συμφέροντος τὰς ἰδιαιτέρας του ἀπαιτήσεις, ἂν δὲν ἐννοήσωμεν καλῶς ὅτι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἔθνους κρέμαται οὐχὶ ἐκ τῆς ἀνεγέρσεως ἡ ἐκ τῆς πτώσεως τῆς δεῖνα ἢ δεῖνα μερίδος, ἂλλ  ἐκ τῆς κανονικῆς διατάξεως καὶ τῆς ἁρμονικῆς ὀργανώσεως τῶν ἠθικῶν δυνάμεων τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας, ἂν δὲν πεισθῶμεν ὅτι ἀνεξαρτήτως τῶν συμπαθειῶν καὶ τῶν ἀντιπαθειῶν μας ὑπάρχει ἀνώτερόν τι ἠθικὸν ὄν, τὸ  Ἑλληνικὸν ἔθνος, πρὸς τὸ ὁποῖον ὀφείλομεν ἅπαντες νὰ ἀτενίζωμεν, ἂν δὲν ἀσχοληθῶμεν ἄνευ προκαταλήψεων, οὐχὶ ἀποβλέποντες εἰς ἀφηρημένας ἐπιστημονικὰς θεωρίας, ἀλλ’  εἰς τὰς πραγματικὰς ἀνάγκας τῆς Ἑλλάδος, εἰς τὴν ὅσον ἔνεστι ταχύτερον κατάρτισιν τοῦ πολιτεύματος, κατ’  ἐμέ, κύριοι, καὶ λέγω τοῦτο πρὸς ἀπαλλαγὴν πάσης εὐθύνης ἐκ μέρους ἡμῶν, ὁ ὄλεθρος εἶναι ἀναπόφευκτος[1]»

Σήμερα, ἑκατὸν σαρανταεπτὰ ἔτη μετὰ τὴν ἐκφώνηση τοῦ ὡς ἄνω λόγου τοῦ Βαλαωρίτη πρέπει καὶ πάλι νὰ σκεφθοῦμε καὶ νὰ ἐνεργήσουμε μὲ ὑπευθυνότητα, θάρρος καὶ σύστημα ὥστε τὸ ἑλληνικὸ ὄνομα νὰ μὴν εἶναι διεθνῶς «ἀντικείμενον ἐμπαιγμοῦ καὶ περιφρονήσεως». Οἱ «μερίδες», τὰ κόμματα τὰ ὁποῖα καταντοῦσαν, παλαιότερα ἀρκετὰ συχνά, ἀλληλοσπαρασσόμενες φατρίες, πρέπει κάποτε νὰ συμφωνήσουν ὅτι τὸ πᾶν δὲν εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῆς ἐξουσίας, ἀλλὰ τὸ κοινὸ συμφέρον. Καὶ ὅταν λέμε «συμφέρον», δὲν ἐννοοῦμε βλάβη, ἐπιβουλὴ ἢ ἔστω ἀπειλὴ εἰς βάρος ἄλλων λαῶν καὶ μάλιστα λαῶν οἱ ὁποῖοι δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ μᾶς βλάψουν. Ἐννοοῦμε προάσπιση τῆς ἐλευθερίας μας, τῆς ἀκεραιότητας τῆς πατρίδας μας, διαφύλαξη τῆς ταυτότητάς μας. Ἂν τὰ ἐπιτύχουμε αὐτά, θὰ ἀποφύγουμε τὸν ὄλεθρο, ὁ ὁποῖος διαρκῶς ἀπειλεῖ τοὺς ἀμελεῖς καὶ τοὺς ἐπιπόλαιους. Καὶ φυσικὰ οἱ θυσίες γιὰ τὶς ὁποῖες ὁμιλεῖ ὁ Βαλαωρίτης δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀπαιτοῦνται μόνον ἀπὸ τοὺς φτωχούς, ἀλλὰ ἀπὸ ὅλους ἀνεξαιρέτως ἀναλόγως μὲ τὶς δυνάμεις τὶς ὁποῖες ὁ καθένας διαθέτει. 

 

Γ. Ἀπώλεια ἡ προάσπιση τῆς ἐλευθερίας μας;

 

Ὑπάρχουν πολιτικοὶ σὰν τὸν Ἀριστοτέλη Βαλαωρίτη στὴν Ἑλλάδα σήμερα; Ἂν δὲν ὑπάρχουν, πρέπει νὰ βρεθοῦν, ἂν δὲν βρίσκονται πρέπει νὰ ἐκπαιδευθοῦν μὲ γνώμονα τὸ συμφέρον τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Πρέπει νὰ ἐπιλέγονται ἄνθρωποι ἱκανοί, ἐργατικοί, τίμιοι, ἀφιλοκερδεῖς, οἱ ὁποῖοι θὰ ἐκπαιδεύονται στὴν ἐξωτερικὴ πολιτικὴ ἡ ὁποία δὲν θὰ εἶναι δουλική, θὰ θέτει στόχους βάσει τῶν δυνάμεών μας τὶς ὁποῖες θὰ ἔχει πρῶτα ἐπισταμένως μελετήσει καὶ θὰ τοὺς πραγματοποιεῖ· θὰ ἐκπαιδεύονται στὴν ἐσωτερικὴ πολιτικὴ ἡ ὁποία δὲν θὰ εἶναι φατριαστική, διότι πρῶτα ἀπ  ὅλα καὶ πάνω ἀπ’  ὅλα θὰ θέτει τὸ συμφέρον τῆς Ἑλλάδος, τὸ ὁποῖο τὰ φατριαστικὰ συμφέροντα καὶ οἱ ἐμφύλιες διαμάχες ὑποσκάπτουν ἀνεπανόρθωτα.

Πρέπει νὰ γίνουν αὐτά, ἀλλιῶς ἔρχονται χαλεποὶ καιροί. Τὸ 2010 γιορτάσαμε τὰ δυόμισι χιλιάδες ἔτη ἀπὸ τὴ μάχη τοῦ Μαραθῶνος. Θὰ ξανακούσει ἡ γενιά μας, ἡ κάποια ἀπὸ τὶς ἑπόμενες γενιές, ἐὰν ὑπάρξει ἡ ὁποιαδήποτε εἰς βάρος τῆς Ἑλλάδος ἐπιβουλή, ἕνα ἀκόμη «νενικήκαμεν» ἢ θὰ ξανακούσει ἕνα ἀκόμη «ἡ πόλις ἑάλω»;

Τὸ 2011 συμπληρώνονται ἑκατὸν ἐνενήντα ἔτη ἀπὸ τὴ Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση, θὰ εὐτυχήσουμε ὡς ἔθνος νὰ γιορτάσουμε καὶ τὰ διακόσια ἢ δὲν θὰ ἔχουν πλέον κανένα νόημα τέτοιοι ἑορτασμοί, ἀφοῦ ἐλευθερία δὲν θὰ ὑπάρχει; Διότι, κακὰ τὰ ψέματα, ὅποιος ἀπαιτεῖ ἀπὸ ἐμᾶς «συνεκμετάλλευση» καὶ «συνδιοίκηση» τῶν ἐδαφῶν καὶ τοῦ βυθοῦ τῶν θαλασσῶν μας, κινεῖται μὲ τὴ λογικὴ «τὰ δικά σου δικά μου καὶ τὰ δικά μου δικά μου». Μᾶς συνέχει ἡ ἀρχὴ «μάχου ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος» τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 ἢ μήπως ντρεπόμαστε ἀκόμη καὶ νὰ λέμε τὶς λέξεις «πίστη» καὶ «πατρίδα», ἐπειδὴ μερικοὶ ἐθελοντὲς γενίτσαροι σπεύδουν νὰ μᾶς χλευάσουν μὲ ὅσες δυνάμεις καὶ μέσα διαθέτουν;

 

Ἐπίλογος

 

Ἡ ἐποχὴ τοῦ Βαλαωρίτη γνώρισε καὶ κάποιες νίκες. Ὁ μεγάλος ποιητὴς καὶ πολιτικὸς εἶδε τὰ ἀγαπημένα τοῦ Ἑπτάνησα ἐλεύθερα καὶ ἑνωμένα μὲ τὴν Ἑλλάδα. Σήμερα δὲν ἔχουμε νὰ καυχηθοῦμε γιὰ καμμία πρόσφατη νίκη. Οἱ πρόγονοί μας ποὺ δὲν δείλιασαν, δὲν ἔσκυψαν τὸ κεφάλι καὶ μᾶς χάρισαν τὴν ἐλευθερία, αὐτὴ ποὺ γιὰ ἄλλη μία φορὰ ἀπειλεῖται, θὰ μᾶς διδάξουν ἀκόμη μία φορά, ὥστε νὰ μὴ μοιάσουμε μὲ τέκνα ποὺ ποτὲ δὲν ἐργάσθηκαν καὶ ἔχασαν τὰ πάντα.

 

 

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , ΣΤ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΑΠΡ.-ΙΟΥΝ. 2011



[1]  Ἀριστοτέλη Βαλαωρίτη Ἔργα, Πρόλογος καί σημειώματα Κώστα Καιροφύλα, τόμος 2ος, Βιβλιοπωλεῖον Ἰωάννου Ν. Σιδέρη, Ἐν Ἀθήναις ἄ.ἔ., σ. 298-299.