Ο ΜΟΥΣΙΚΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΓΕΡΩΝ ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΣΥΚΙΩΤΗΣ

Χασανίδη Ἰωάννη

Δάσκαλου καί Ἱεροψάλτη

 

Ἦταν Σεπτέμβριος τοῦ 1973 ὅταν ἡ Παναγία μας, ὁδήγησε τὰ βήματά μου στήν πόρτα τῆς ἀγαπημένης μου Ἀθωνιάδος Σχολῆς, μὲ μιὰ βαλίτσα στὸ χέρι.

– Ἕνας καινούργιος, ἕνας καινούργιος μαθητής! Ἄκουσα νὰ λένε μερικὰ παιδιὰ ποὺ ἦταν ἤδη ἐκεῖ.

Ἀφοῦ τακτοποιήθηκα στὸ θάλαμο καὶ ἄρχισαν οἱ ἐρωτήσεις ἀπὸ τοὺς παλαιότερους, κατέβηκα στὸν πρῶτο ὄροφο νὰ παρουσιαστῶ στὸν Ἅγιο Σχολάρχη μας. Στὸ διάδρομο, καθὼς πήγαινα, βλέπω ἕναν καλόγερο με­γάλο σὲ ἡλικία, λίγο καμπουριασμένο, μὲ χαμογελαστό, φωτεινὸ πρόσω­πο, περιτριγυρισμένο ἀπὸ μερικοὺς μαθητές. Ἐκεῖνοι ρωτοῦσαν καὶ αὐτὸς προσπαθοῦσε μὲ κάτι χαρτιά στὰ χέρια νὰ τοὺς ἐξηγήση.

– Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ παππούλης; ρωτῶ ἕναν παλαιότερο.

– Ὁ γερο-Μελέτιος, μοῦ λέει μὲ θαυμασμό, μεγάλος δάσκαλος! Τὸν ἔχου­με καθηγητὴ στὰ μουσικά.

Μουσικά, ἦταν ἡ Βυζαντινή Μουσική. Δὲν ξέρω γιατὶ καὶ πῶς, ἀλλὰ τὸν συμπάθησα ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ τὸν εἶδα.

Τὴν ἄλλη μέρα στὴν τάξη, εἴχαμε μουσικά.

– Τὶ ξέρεις νὰ μᾶς πῆς; Γιὰ νὰ σὲ δοκιμάσουμε ἄν εἶσαι σωστός!

Μόνο τὰ εὐλογητάρια ἤξερα καὶ εἶπα ἕνα ἀπ᾿ ἔξω.

– Ἀπὸ σήμερα θά εἶσαι στὸ ψαλτήρι, μοῦ λέει.

Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ λοιπὸν, δέθηκα μὲ αὐτὸν τὸν Ἅγιο Γέροντα. Γιὰ μένα ἦταν τὸ ἀποκούμπι μου, τὸ λιμάνι μου. Ὁ γέροντας αὐτὸς εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σημάδεψαν τὴ ζωή μου. Μου ἔμαθε τοῦ Θεοῦ τὰ μουσικά. Πῶς ὁ ψάλτης πρέπει νὰ εἶναι κατηρτισμένος, νὰ ἔχη γνώσεις ἀλλὰ νὰ ἔχη καὶ ταπείνωση. Πῶς ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀρετὴ καὶ πῶς ὁ ψάλτης γίνεται παιδαγωγὸς καὶ διδάσκει ἀπὸ τὴ θέση ποὺ βρίσκε­ται. Πῶς ἡ ψαλτικὴ εἶναι μέσο προσευχῆς καὶ ὄχι αὐτοσκοπός. Πῶς πρέπει νὰ ἔχουμε φόβο Θεοῦ, ὅταν ψέλνουμε καὶ πῶς τὸ χάρισμα μᾶς τὸ ἔδωσε Αὐτός.

Καθόμουν ὧρες μαζί του γιὰ νὰ μοῦ ἐξηγήση πῶς γίνεται αὐτὸ καὶ γιατὶ γίνεται τὸ ἄλλο. Τὸ ἴδιο ἔκανε γιὰ ὅλα τὰ παιδιά.

Ἔφευγα κρυφά, ἢ ἔτσι νόμιζα, γιατὶ ὁ Σχολάρχης πάντα ἤξερε ποῦ ἤ­σουν, καὶ πήγαινα στὸ Κελλί του ποὺ ἦταν πολὺ κοντὰ ἀπὸ τὸ καλντερίμι γιὰ νὰ μου δείξη. Καὶ τὶ δὲ μοῦ ᾿δειχνε!

Αὐτὸ τὸ γεροντάκι, ποὺ δὲν τὸ ἔπιανε τὸ μάτι σου, ἦταν γεμᾶτο σοφία καὶ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, γιὰ τοὺς μαθητές. Δὲν ἦταν μόνο οἱ γνώσεις του στὴ μουσική. Ἦταν ἄριστος ἁγιογράφος, εἶχε μαθητεύσει καὶ στὸν Κόντογλου, καὶ ἐργάστηκε σὰν καθηγητὴς ἁγιογραφίας στὴ Σχολή. Ἦταν ἄριστος καλλιγράφος. Εἶχε καλλιγραφήσει Εὐαγγέλια, Ἀποστόλους καὶ ἄλλα πολλά, τὰ ὁποῖα εἶχε ἱστορήσει (διακοσμήσει). Μπορῶ νὰ πῶ ὅτι ἦταν μιὰ πηγὴ σοφίας καὶ γνώσης γιὰ κάθε μαθητή.

Γνώριζε ὅτι οἱ μαθητὲς τῆς Σχολῆς ἦταν φτωχὰ παιδιὰ καὶ δὲν εἶχαν χρήματα νὰ ἀγοράσουν μουσικὰ βιβλία. Ἔγραψε λοιπὸν βιβλία ‘’Πρὸς χρῆσιν τῶν μαθητῶν τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς’’, ὄχι ἕνα καὶ δύο, ἀλλὰ ἑπτά. Ἔκανε πολὺ κόπο γιὰ αὐτὸ τὸ ἔργο καὶ μὲ μέσα πρωτόγονα. Μὲ μιὰ εἰδικὴ ἀκίδα χάραζε τὶς λεπτές μεμβράνες καὶ κατόπιν τυπώναμε τὰ βιβλία στὸν πολύγραφο. Ἄν ἀναλογιστοῦμε ὅτι τὸ κάθε βιβλίο ἔχει 200-250 σελίδες, καταλαβαίνει κάποιος τὸ μέγεθος τῆς ἐργασίας καὶ τοῦ κόπου. Κι ὅλα αὐ­τὰ ἀφιλοκερδῶς, ἀπὸ ἀγάπη. Τὸ ἀναφέρω αὐτό, γιατὶ ἤμουν ὑπεύθυνος γιὰ τὸν χειροκίνητο πολύγραφο.

Ἦταν πολὺ ταπεινὸς μουσικός. Καταλάβαινε πὼς δὲν εἶχε τὸ μεγάλο φωνητικὸ χάρισμα καὶ ὅταν σοῦ ἔψελνε κάτι, μετὰ ἔλεγε:

– Γιαννάκη, ἐγὼ στὸ λέω ἔτσι, ἀλλὰ ἄν θέλης καλύτερα, ἄκου καὶ τὸ Διο­νύσιο (τὸ γερο-Φιρφιρῆ).

Ποιὸς ἀπὸ ᾿μᾶς τὸ κάνει σήμερα, ἀδελφοί μου; Ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι τὰ ξέρουμε ὅλα.

Ἄνθρωπος τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς ἀγάπης. Μία ἐρώτηση τοῦ ἔκανες καὶ γιὰ νὰ σοῦ δώση νὰ καταλάβης, σοῦ ἔλεγε τοῦ κόσμου τὰ παραδείγματα. Δὲν τὸν ἐνδιέφερε πόση ὥρα θὰ ἀσχοληθῆ μαζί σου.

Εἶχε τὸ χάρισμα, ἀκούγοντας κάποιον ποὺ ἔψαλλε, νὰ τὸν καταγράφη. Ἐνῶ ἔψελνες, αὐτὸς τὸ ἔγραφε καὶ σοῦ τὸ παρουσίαζε. Ἦταν σεβαστὸς ἀ­πὸ ὅλους τοὺς Καρεῶτες ψάλτες τῆς ἐποχῆς του: Φιρφιρῆ, διακο-Γιάννη, γερο-Ἰωάσαφ, παπα-Γαβριήλ, παπα-Δημήτρη Τρυγωνᾶ.

Οἱ Γεροντάδες, τὰ καλογέρια τους, στὸ γερο-Μελέτιο τὰ ἔστελναν νὰ μάθουν μουσικά.

Στὰ βαθειὰ γεράματά του ἦταν, ὅταν πέρασα ἀπὸ τὸ Κελλί του, κατε­βαίνοντας ἀπὸ τὶς Καρυὲς γιὰ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Σταυρονικήτα. Τὸν βρῆκα καθισμένο ἐπάνω στὸ κρεββάτι τῆς κουζίνας. Μόλις μὲ εἶδε μοῦ λέει:

–Ἔλα νὰ ποῦμε λίγα μουσικά.

Τὶ μεράκι Θεέ μου!!

Σχεδὸν κατάκοιτος ἦταν, καὶ ὁ πόθος του γιὰ τὰ μουσικὰ ἄσβεστος.

Τοῦ ἔψαλα κάτι.

–Ὄχι, μου λέει, δὲν εἶναι σωστό. Ἔτσι θὰ τὸ πῆς.

Μέχρι τὸ τέλος νὰ σοῦ δείξει!

Αὐτὸς ἦταν ὁ γερο-Μελέτιος. Ἕνας Καλόγερος ποὺ πέρασε ἀπὸ τὴ Σχο­λὴ καὶ ἄφησε τὴ σφραγίδα του. Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἀγάπησε τὰ παιδιά, σὰ νὰ ἦταν δικά του. Ἡ Παναγία τὸν ἔφερε στὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπὸ μικρὸ παιδί, ἡ Παναγία τὸν ἔφερε καὶ στὴ Σχολὴ γιὰ νὰ προσφέρη.

Αἰωνία του ἡ μνήμη.

 

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , ΙΑ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΟΥΛ.-ΣΕΠΤ. 2012