ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΩΝ ΕΥΕΡΓΕΤΩΝ

 

Μαρούλας Παπαευσταθίου – Τσάγκα

Σχολικής Συμβούλου Φιλολόγων Ιωαννίνων

 

      Η ευεργεσία είναι η ευγενέστερη εκδήλωση της ζωής του ανθρώπου. Συνίσταται στο ενδιαφέρον έως και την προσωπική ανάλωση του δωρητή με πνεύμα αγαπητικής αυτοπροσφοράς για την προκοπή και την ευδαιμονία του ευεργετούμενου, ο οποίος βρίσκεται σε δεινή θέση. Έχει ως κίνητρό της την αγάπη και τη φιλοτιμία. Την υπαγορεύει το πνεύμα της φιλαλληλίας και είναι σύμφωνη με την προτροπή του Απ. Παύλου, «μη τα εαυτού έκαστος αλλά τα του ετέρου».

      Ο ευεργέτης είναι ακριβώς εκείνος που επεμβαίνει και σώζει όταν υπάρχει αδιέξοδο, εκεί όπου καμία άλλη πόρτα, από πουθενά, δεν μπορεί να ανοιχτεί.

      Σε τέτοια δεινή κατάσταση μπορούν να περιέλθουν άτομα και έθνη. Και η Ελλάδα, δυστυχής, είχε περιέλθει στην εσχάτη μορφή εξαθλίωσης και εξαχρείωσης κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Με μόνη παρηγοριά την διήγηση των περασμένων μεγαλείων, που έφερναν δάκρυα, και το φως της εκκλησίας που αναπτέρωνε τη χαρά.

Η σκλαβιά του Τούρκου δυνάστη στεκόταν σαν βρόγχος στο στήθος. Και η ανάγκη της ελευθερίας άλλους οδήγησε στα βουνά και άλλους στα ξένα. Οι πρώτοι έγιναν Κλέφτες και αμύνθηκαν με το καριοφίλι. Οι δεύτεροι εργάστηκαν με όλες τους τις δυνάμεις και …«επιτέθηκαν» με το χρήμα.

      Αυτοί είναι οι Εθνικοί Ευεργέτες. Έδρασαν τον 17ο, 18ο και 19ο αιώνα. Οι περιοχές του εξωτερικού που έζησαν ήταν αρχικά η Βενετία κι άλλες Ενετοκρατούμενες πόλεις και στη συνέχεια η Μολδοβλαχία, η Ν. Ρωσία, η Κωνσταντινούπολη, η Μ. Ασία και η Αίγυπτος. «Άνθρωποι απλοί, εργατικοί και ευφυείς, απέθεσαν στ’ απλωμένα χέρια της Πατρίδας ό,τι απόκτησαν με τον τίμιο μόχθο τους. Κι αυτή με ευγνωμοσύνη τους χάρισε τον επίζηλο τίτλο των «Εθνικών Ευεργετών».

      Ο πλούτος των ευεργετών αυξανόταν ως αποτέλεσμα του ιερού μόχθου που ήταν ταγμένος στον σκοπό της Πατρίδας: Να τη δουν ελεύθερη, αλλά και σε γερά θεμέλια στηριγμένη. Ελεύθερη από τους κατακτητές να ανακτά την παλιά της δόξα, το αρχαίο κάλλος της, οικοδομώντας το νέο της πρόσωπο πάνω στη σοφία των Αρχαίων προγόνων με την ορθόδοξη προοπτική, στο υπέροχο ελληνορθόδοξο ήθος. Έτσι μεγάλωσαν οι ίδιοι, ιδιαίτερα οι Ηπειρώτες ευεργέτες, έτσι ονειρεύονταν να ανατραφούν και τα νέα Ελληνόπουλα.

      Ακούμε συχνά ότι η Ήπειρος έχει ομορφύνει την Αθήνα με τα αρχιτεκτονικά της αριστουργήματα – δωρεές των ευεργετών. Θα λέγαμε, παραφράζοντάς το: «πάσαν την Ελλάδαν πεπαίδευκεν», φράση αφορώσα τον Όμηρο, πως η Ήπειρος, χωρίς να είναι υπερβολή, και «πεπαίδευκεν» την  Ελλάδα και «εκάλλυνε» αυτήν.  

Η ξενιτεία των Ηπειρωτών γινόταν πάντα με σκοπό όχι μόνο την οικογενειακή προκοπή αλλά και την εθνική, ίσως προπάντων αυτή, όπως αποδεικνύεται από τις προθέσεις των δωρητών, αλλά και από τα αποτελέσματα, δηλαδή τα έργα τους.

      Αυτή, η από αρχαιοτάτων χρόνων φιλογένεια της Ηπειρωτικής ευποιίας, κατέλειπε την προσωνυμία «εύανδρος» για την κακοτράχαλη, πλην, ευλογημένη ιδιαίτερη πατρίδα μας. Νιώθουμε υπερήφανοι που αρύουμε την καταγωγή μας από την δότειρα χώρα, την Παμ – βώτιδα, σημειολογικά επεκτείνοντας την ονομασία της λίμνης των Ιωαννίνων σε όλη την ευρύτερη περιφέρεια.

      Αλλά γιατί η Ήπειρος, η άγονη και ορεινή, ανέδειξε πλήθος εθνικών ευεργετών; Ίσως την εξήγηση του φαινομένου αυτού θα τη βρούμε στην ακλόνητη προσήλωση του Ηπειρώτη στις θρησκευτικές και εθνικές μας παραδόσεις και στη βαθιά πίστη του στο θεσμό της οικογένειας.

Οι ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί και η βαθιά πίστη της άδολης ηπειρωτικής ψυχής ενισχύονταν από την βιωματική σχέση τους με την εκκλησία.

Η ηπειρώτισσα μάνα είναι εκείνη που γέννησε Ευεργέτες. Ταγμένη από τη μοίρα στο διπλό ρόλο του άνδρα και της γυναίκας, κυβέρνησε το σπιτικό της με σύνεση και εγαλούχησε τα παιδιά της με αρετές διαχρονικής αξίας: την τιμιότητα, την εργατικότητα, τη φιλομάθεια, την ολιγάρκεια, τη φιλανθρωπία, τη φιλοπατρία.

      Την ημέρα αυτή λοιπόν καλούμεθα να θυμηθούμε. Να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας ονόματα επιφανών ανδρών και γυναικών οι οποίοι εξεμέτρησαν το ζην ευ ποιούντες και σεβόμενοι Θεό και ανθρώπους, αγαπώντας μέχρι λατρείας και αυτοθυσιαζόμενοι μετ’ αυταπαρνήσεως. Και αυτό είναι το πρώτο αγαθό για τους εκλιπόντας: η εύφημος μνεία.

      Εδώ τώρα θα αναφερθούμε με συντομία στην αδελφότητα Ζωσιμάδων. Έχει ειπωθεί άλλωστε ότι «Οι Ζωσιμάδες είναι οι ήλιοι της ευεργεσίας, οι δε λοιποί ευεργέται είναι οι πλανήτες των και οι δορυφόροι των πλανητών των». Παραπλήσιος, εξάλλου, είναι ο βίος και ο τρόπος σκέψης και δράσης  όλων.

      Εννιά στον αριθμό, πέντε αγόρια και τέσσερα κορίτσια από τα Γραμμενοχώρια, κατέφυγαν στη Νίζνα της Ρωσσίας και ασχολήθηκαν με το εμπόριο εκεί και στο Λιβόρνο της Ιταλίας. Και ο πλούτος τους, σαν ευλογημένος, αύξανε και εξέπληττε. Και εκείνοι δεν ξιπάστηκαν. Αντιθέτως ενσυνείδητα δοσμένοι στον Θεό και την Πατρίδα έταξαν σκοπό της ζωής τους την ωφέλεια της Ελλάδος με τίμημα τη δική τους ασκητική ζωή. Προτίμησαν, όπως και ο Ζώης Καπλάνης, το μετόχι της μονής Ιβήρων στη Μόσχα από τα παλάτια, όπου είχαν όλη τη δυνατότητα να κατοικούν, και επέλεξαν τη ζωή του εργένη θυσιάζοντας τις χαρές της οικογενειακής ζωής στην οποία είχαν όλες τις δυνάμεις να αναπτυχθούν. Εκούσια σταυρική αγάπη.

      Χιλιάδες ρωσικά ρούβλια έφταναν στα Γιάννενα και κάλυπταν όλες τις ανάγκες: προικίζονταν ορφανά ή φτωχά κορίτσια, περιμαζεύονταν εγκαταλελειμμένα παιδιά, τρόφιμα και ρούχα μοιράζονταν τα Χριστούγεννα και το Πάσχα σε όλους τους φτωχούς και φυλακισμένους της πόλης, ανεξαρτήτως  θρησκεύματος, σε Χριστιανούς, Εβραίους και Μωαμεθανούς. Από τα χρήματα που κάθε χρόνο η αδελφότητα των Ζωσιμάδων έστελνε στα Γιάννενα πληρώνονταν οι γιατροί της πόλης να επισκέπτονται δωρεάν τους άρρωστους φτωχούς.

Ήταν τέτοια η έκταση της φιλανθρωπίας τους, που οι Γιαννιώτες αντί για το όνομά τους, έλεγαν « οι αγιασμένοι».

      Η προσοχή τους στράφηκε, όπως και όλων των ευεργετών προς τα Γράμματα. Άλλωστε τα Γιάννενα πρωτοστατούσαν στα γράμματα. Τα Γιάννενα μαζί με την Μοσχόπολη και την Κωνσταντινούπολη έπλασαν την ιδεολογία της μετατροπής του Γένους σε Έθνος. Ήταν κέντρο του νεοελληνικού διαφωτισμού και της εθνικής αυτογνωσίας.

      Οι Ζωσιμάδες ανέλαβαν  να συντηρήσουν τα δύο σχολεία των Ιωαννίνων (Σχολή Γκούμα και Μαρουτσαία Σχολή) για να συνεχίσουν τη λειτουργία τους ύστερα από την πτώχευση της Τράπεζας της Βενετίας στην οποία ήταν κατατεθειμένες δωρεές Ελλήνων που τα φρόντιζαν ως τότε.   

     Κατανόησαν τη μεγάλη σημασία που έχει για το Γένος η παιδεία και βοήθησαν με μεγάλα χρηματικά ποσά τον Αδαμάντιο Κοραή να εκδώσει τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Και ο Κοραής σε κάθε τόμο των «Παράλληλων Βίων» του Πλουτάρχου αντί οποιονδήποτε άλλων κολακευτικών ή επαινετικών λόγων έγραφε μόνο: «τη φιλοτίμω δαπάνη των αδελφών Ζωσιμάδων παιδείας ένεκα των την Ελλάδα φωνήν διδασκομένων νέων».

Ίδρυσαν τη Ζωσιμαία Σχολή, που διαιωνίζει το όνομά τους και λαμπρύνει την πόλη μας.

Όλοι οι ευεργέτες προίκισαν τα Γιάννενα και άλλα μέρη με γενναία κληροδοτήματα. Με αυτά ανακουφίστηκαν ενδεείς, ιδρύθηκαν νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ναοί, γηροκομεία, εκθετοτροφεία, προικίστηκαν φτωχά κορίτσια, βγήκαν άνθρωποι από τις φυλακές που κρατούνταν χρόνια για χρέη στον Τούρκο, εξαγοράστηκαν αιχμάλωτοι Έλληνες (Χιώτες, Μεσολογγίτες και Πελοποννήσιοι) από τα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής και έγινε κάθε δυνατή αγαθοεργία, ώστε να γράφεται επίσημα ότι «πάσα φανταστή περίθαλψις δεν εξαντλεί την ακένωτον πηγή της γενναιοδωρίας των φιλοπάτριδων εκείνων διαθετών».

      Ήταν όλοι τους  φιλοπάτριδες και φιλόμουσοι. Ίδρυσαν σχολεία στις πόλεις καταγωγής τους οι περισσότεροι ή ενίσχυσαν Ελληνικές Σχολές σε όλες τις πόλεις – κέντρα της Παιδείας, δημιούργησαν  βιβλιοθήκες, εργαστήρια φυσικής και χημείας, πλήρωσαν σοφούς και πεπειραμένους δασκάλους, έδωσαν υποτροφίες για σπουδές στο εξωτερικό, ανέλαβαν τα έξοδα εκδόσεως αρχαίων ελληνικών και εκκλησιαστικών συγγραμμάτων…  Σαν υπουργοί, μάλλον, λειτουργοί της Παιδείας, άνευ χαρτοφυλακίου, αλλά μετά λόγου γνώσεως και ζήλου. 

Δικαιολογημένα γράφτηκε ότι «αι Αθήναι χρεωστούν το άριστον και ωφελιμότατον αυτών κόσμον εις την Ήπειρον». Ενδεικτικά αναφέρουμε:

      Την ίδρυση του Σταδίου –το «Καλλιμάρμαρο»- από τον Γεώργιο Αβέρωφ εκ Μετσόβου, της Ακαδημίας και του Αστεροσκοπείου από τον Γεώργιο και Σίμο Σίνα, του Πολυτεχνείου από τους Γ. Αβέρωφ –Μιχαήλ Τοσίτσα και Νικόλαο Στουρνάρα. Μετσοβιτών δημιούργημα είναι και το Ωδείο Αθηνών και το Αρχαιολογικό  Μουσείο (της Ελένης Τοσίτσα), όπως και το κτίριο των φυλακών Αβέρωφ, το θωρηκτό Αβέρωφ, η στρατιωτική σχολή Ευελπίδων και το Εφηβείο.

Ο Γιαννιώτης Ιωάννης Δομπόλης όρισε με διαθήκη του να διαθέσει η Ελληνική Κυβέρνηση το κληροδότημά του για την ίδρυση Πανεπιστημίου στην Αθήνα με την επωνυμία «Καποδιστριακόν», προς τιμή του μεγάλου ανδρός και φίλου του Ιωάννη Καποδίστρια.

Ο Κωνσταντίνος Ζάππας εκτελεστής της διαθήκης του Ευάγγελου Ζάππα από το Λάμποβο της Β. Ηπείρου, φροντίζει για τη δημιουργία του κτηρίου των Ολυμπιακών εκθέσεων στο πλαίσιο της επανίδρυσης των Ολυμπιακών Αγώνων –όνειρο ζωής του Ευαγγέλη-το γνωστό Ζάππειο.

Ο ίδιος ιδρύει το Ζάππειο Παρθεναγωγείο στην Κων/πολη, Ανδριανούπολη, Αθήνα και Λάμποβο.

      Στη χορεία των Βορειοηπειρωτών Ευεργετών ανήκει και ο Χρηστάκης Ζωγράφος από το Κεστοράτι Αργυροκάστρου, που αναδείχθηκε μεγάλος τραπεζίτης στην Κων/πολη. Και ιδρυτής των Ζωγραφείων Ιδρυμάτων.

      Η Κορυτσά πρόσφερε τον Ιωάννη Μάγκα, από την περιουσία του οποίου χτίστηκε το Μέγαρο Μεγάλου Αλεξάνδρου (Πλατεία Ομονοίας), το Μπάγκειον, κοινωφελή έργα και κληροδοτήματα τα οποία άφησε με αποδέκτη του δωρητηρίου συμβολαίου του τον Χαρίλαο Τρικούπη.

Η Ριζάρειος Σχολή, όνειρο ζωής του Μάνθου Ριζάρη από το Μονοδένδρι πραγματώνεται από τον αδελφό του Γεώργιο για να μεταδίδονται στους μαθητές τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και να μορφώνεται ο κλήρος.

Το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα στην Αθήνα από τον Γεώργιο Χατζηκώστα όπως και το ομώνυμο Νοσοκομείο στην πόλη μας και στο Μεσολόγγι.

Το Ορφανοτροφείο Γεωργίου Σταύρου στα Γιάννενα έργο του μεγάλου Ευεργέτη, που ίδρυσε το πρώτο πιστωτικό ίδρυμα της χώρας και το διοίκησε για 27 έτη. Είναι αυτός που μαζί με το Ζώη Καπλάνη και τους Ζωσιμάδες έβαλαν το κεφάλαιο για τη δημιουργία της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος,

Ο Απόστολος Αρσάκης καταπνίγει το συναίσθημα προς την στενότερη πατρίδα μπροστά στο γενικό εθνικό καλό παραχωρώντας στην «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» την ευθύνη της ίδρυσης του Αρσακείου Παρθεναγωγείου στην Αθήνα με τη μια και μόνη ευχή «το μικρόν χωρίον της καταγωγής του, η Χοταχόβα να κατασταθεί μιαν ημέραν μουσοτροφείον»

Ο Ζώης Καπλάνης, το μικρό ορφανό από το Γραμμένο, που πουλούσε ξύλα με το γαϊδουράκι στα Γιάννενα για να ζήσει, με τη βοήθεια του Παναγιώτη Χατζηνίκου γίνεται ο μεγαλέμπορος της Βλαχιάς και της Μόσχας και δεν ξεχνά τα άλλα ελληνόπουλα που λαχταρούσαν σαν κι αυτόν να μορφωθούν. Ιδρύει στα 1798 την Καπλάνειο Σχολή και τη θέτει υπό τη διεύθυνση του Αθανάσιου Ψαλίδα.

Κοντά σ’ αυτά τα ονόματα των ανδρών θα ήταν  παράλειψη αν δεν αναφέραμε τουλάχιστον ονομαστικά και γυναίκες ευεργέτιδες των Ιωαννίνων:

             Βλάχα Μαρία, Γοργόλη Παρασκευή, Καστρισόγια Ελισάβετ, Παπάζογλου Αγγελική, Τοσίτσα Ελένη, Ζωγράφου Ελένη, Ζώτου Αγγελική, Γεροκοστοπούλου Σεβαστή, Κόνη Ειρήνη, Χατζή Στεφανία, Βίμπλη Βιολέτα, Δαγκλή Βασιλική, Καλούδη Νίκη, Μολυβάδα Πολυξένη, Πασχίδη Έλλη, Τζαβέλλα Ισμήνη, Χατζή Αικατερίνη, Σαλαμάγκα Ηλέκτρα…και τόσες άλλες.

Η ηπειρωτική ευποιία εμφανίζει διοικητικό πνεύμα αξιόλογο. Πολλοί ευεργέτες, ασχέτως προς το κληροδοτούμενο ποσό, διαπνέονται από διαθέσεις νοικοκυροσύνης, οργανώσεως, προβλεπτικότητος. Συχνά παραβλέπουν την πικρία που τους ποτίζει η κακή διαχείριση και η παραγνώριση της βούλησής τους και ως μεγάθυμοι επανέρχονται στο ιερό τάξιμό τους. 

Ακόμη οι διαθήκες των γενναιόψυχων εκείνων υπήρξαν υπόδειγμα του πηγαίου χριστιανικού ήθους.

Ο ηπειρώτης ευεργέτης ήλθε αρωγός του συνόλου του έθνους στις κρίσιμες στιγμές του.

Οι άνθρωποι αυτοί πάντα είναι πολύ λίγοι. Είναι όμως μια θαυμαστή μαγιά.            Στη σημερινή κοινωνία της παντοδύναμης τεχνοκρατίας, του οικονομικού αδυσώπητου ανταγωνισμού και της καταναλωτικής απληστίας δεν ευνοείται η εμφάνιση ανθρώπων αφοσιωμένων σε αγαθοεργίες. Πλήττεται κάθε ιδέα κοινωνικού χρέους και προσφοράς προς την πατρίδα.

            Η ανθρωπότητα θα επιζήσει αν γίνει πιο σωστή στην καρδιά. Να μάθει να τιμά τα σπάνια σκεύη εκλογής που μέσα στην ιστορική διάρκεια επισημαίνουν στους ανθρώπους με σεμνότητα και επιμονή τον γνήσιο σκοπό του πολιτισμού, να δημιουργήσει καλύτερους ανθρώπους και πολίτες.

            Χρησιμοποιώντας φράση για το σημερινό εορτασμό εκ του μνημοσύνου των Ζωσιμάδων στη Νίζνα, παρόντος του Χρηστοβασίλη που τη διέσωσε, αναγνωρίζουμε κι εμείς πως ό,τι πράττουμε «είναι το πολοστημόριον της οφειλόμενης εκ μέρους ημών ευγνωμοσύνης προς τους μεγάλους τούτους εθνικούς ευεργέτας».            

            Αυτών των σπάνιων ανθρώπων η ζωή και το έργο πρέπει να παρουσιάζονται πάντα με ανυποχώρητη υπομονή μπροστά στα μάτια των ανθρώπων και ιδιαίτερα των παιδιών και των νέων, που έχουν ακόμα τη δύναμη να θαυμάζουν και να αγανακτούν.   

            Αυτούς περισσότερο από όλους, πρέπει να προβάλλουν τα βιβλία της Ιστορίας, και αυτών οι πράξεις μπορούν να κινήσουν τις ανθρώπινες ψυχές στο να σκέφτονται, αν όχι μόνο τους άλλους, τουλάχιστον και τους άλλους.

            Η πολιτεία για να τιμήσει το έργο τους θα πρέπει να καθιερώσει στα σχολικά βιβλία ειδικό κεφάλαιο με εκτενή αναφορά στη ζωή και τη δράση τους, ώστε να λειτουργήσουν ως πρότυπα προς μίμηση για το ήθος και τη γνώση στα παιδιά. Επίσης η πρόταση συμπολίτη μας, με συγκινητικό ενδιαφέρον για τα κοινά και τα απλά καθημερινά πράγματα της πόλης μας που σηματοδοτούν, όμως, τη ζωή μας, για δημιουργία Οίκου Εθνικών Ευεργετών σε ένα αρχοντικό των Ιωαννίνων, μας βρίσκει σύμφωνους. Και ως πολίτες και ως εκπαιδευτικούς. Θα είναι μια γενναία κίνηση με πολλαπλά οφέλη, ελάχιστος φόρος οφειλομένης τιμής ως «αντιπελάργησις». Να στεγάσουμε εκείνους που μας στέγασαν. Εμάς, το έθνος και τις ελπίδες του.

 

Ιωάννινα, Σεπτέμβριος 2012

 

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα