ΑΝΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΟΡΟΥ “ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ”

ΤΗΣ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ

 

Ἀναχρονολόγηση  τοῦ ὅρου «Ρωμηοσύνη»

 

π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός

  

  1.  Ὅσο κι ἄν, κατά τόν κριτικότατο ἀείμνηστο διδάσκαλό μου, καθηγητή Νικόλαο Τωμαδάκη, ὁ ὅρος «Ρωμηοσύνη» εἶναι «νεόπλασμα [1], ἐντούτοις ἐκφράζει κατά τόν αὐθεντικότερο καί ἱστορικά δικαιωμένο τρόπο, τό φρόνημα τῶν Ὀρθόδοξων Πολιτῶν τῆς Νέας Ρώμης (Κωνσταντινουπόλεως), ἀλλά καί ὅλους τους λαούς τῆς γῆς ἤ μεμονωμένα ἄτομα, πού ἔζησαν καί ζοῦν ἱστορικά μέ τό φρόνημα αὐτό [2].

Ὁ ὅρος ἔχει ἄμεση σχέση μέ τά ἱστορικά ὀνόματά μας, Ρωμανία καί Ρωμαῖος (Ρωμηός), πού συνδέονται ἀδιαίρετα μέ τό ἱστορικό μέγεθος, πού ἐγκαθιδρύθηκε στήν ἱστορία, στίς 11 Μαΐου 330 μ.Χ., μέ τά ἐγκαίνια τῆς νέας πρωτεύουσας τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας καί ὅλης της Εὐρώπης, τῆς Κωνσταντινουπόλεως-Νέας Ρώμης. Ὅπως ὁ κοινότατος (καί τόσο παρεξηγημένος) σήμερα ὅρος «Ἑλληνοχριστιανικός» εἶναι κατασκεύασμα γλωσσικό μόλις τοῦ 1852 (Σπύρ. Ζαμπέλιος) [3] ,ἀλλά ἐκφράζει μία μακρά ἱστορική πραγματικότητα, ἔτσι καί ὁ ὅρος Ρωμηοσύνη (ἀντίστοιχος ὅρος: Φραγκοσύνη) εἶναι μέν νεότερο γλωσσικό εὕρημα, ἀλλά, μέσα στίς κοσμογονικές ἀνακατατάξεις καί μεταπλάσεις τοῦ βαλκανικοῦ χώρου στούς τελευταίους αἰῶνες, εἶναι ὁ καταλληλότερος, γιά νάἐκφράσει τό πνευματικό περιεχόμενο, βίωμα καί ἦθος τῆς «ρωμαίικης» καί «μεταρωμαίικης («βυζαντινῆς» καί «μεταβυζαντινῆς») περιόδου τῆς ἱστορίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, στή στενότερη φυλετική καί τήν εὐρύτερη – οἰκουμενική ἐκδοχή του.

        ‘Ρωμηοσύνη’ εἶναι ἡ Ἑλληνικότητα στήν οἰκουμενική-ὀρθόδοξη ἱστορική ἐνσάρκωσή της.

   2.  Πρόβλημα ὅμως μόνιμο στήν ἔρευνα συνιστᾶ ἡ ἱστορική ἐμφάνιση τοῦ ὅρου.

Βιογραφώντας τόν Ληξουριώτη ριζοσπάστη πολιτικό τοῦ 19ου αἰώνα, Γεώργιο Τυπάλδο-Ἰακωβάτο (1813-1882), ἀσχοληθήκαμε εἰδικά μέ τόν ὅρο Ρωμηοσύνη καί τίς πνευματικοπολιτικές παραμέτρους του [4], ἐπισημαίνοντας καί ἐμεῖς τήν πρώτη (γνωστή ὥς τότε) χρήση τοῦ ὅρου στό νεανικό του πολύτιμο ἔργο «Ἱστορία τῆς Ἰόνιας Ἀκαδημίας», γραμμένο μεταξύ 1831-1837, πού ἐξέδωσε κριτικά ὁ καθηγητής κ. Σπ. Ἀσδραχᾶς [5], προσπαθήσαμε νά προσδιορίσουμε καί τό ἰδεολογικό πλαίσιο ἐμφανίσεως τοῦ ὅρου.

Ἔτσι, στράφηκε ἡ προσοχή μας στήν πνευματική ἐπίδραση τοῦ πρεσβυτέρου ἀδελφοῦ του Γεωργίου, Κωνσταντίνου (1795-1967),  ἱερομονάχου τότε καί καθηγητοῦ στήν Ἰόνιο Ἀκαδημία, καί στόν κύκλο τοῦ ἐθνικοῦ μας ποιητοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ (1797-1857), στόν ὁποῖο διαβάζονταν τά κείμενα τῶν Δημ. Καταρτζῆ, Π. Χριστοπούλου καί Ἰ. Βηλαρᾶ, στά ὁποῖα εἶναι εὐρύτατη ἡ χρήση τῶν συγγενῶν ὅρων Ρωμηός καί Ρωμανία [6].

Ὅταν ὅμως γράφαμε τά παραπάνω (1988), δέν εἶχε προσελκύσει τήν  προσοχή μας τό γνωστό καί  χρήσιμο καί ὡς ἱστορικό κείμενο «Τραγούδι τοῦ Δασκαλογιάννη», τοῦ Μπαρμπα-Παντζελιοῦ, τήν τελευταία κριτική ἔκδοση τοῦ ὁποίου ὀφείλουμε στόν ἀείμνηστο Βασ. Λαούρδα [7]. Τήν ὑπόδειξη γιά τή χρήση τοῦ ὅρου Ρωμηοσύνη στό κείμενο αὐτό, δηλαδή ἤδη τό ἔτος 1786, ὀφείλουμε εὐγνωμόνως στόνἀγαπητό καί ἐκλεκτό συνερευνητή τῆς ἱστορίας τοῦ «Ρωμαίικου», ἰστορικοκριτικό καί λογοτέχνη, κ. Κώστα Σαρδελή.

   3.  Τό «τραγούδι τοῦ Δασκαλογιάννη» χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο «Ρωμηός – ηοί» στήν ἱστορικά καθιερωμένη χρήση του π.χ. στ. 56: Οὕλ’ οἱ Ρωμηοί θά σηκωθοῦν καί τήν Τουρκιά θά φάσι (προβλ. Στ. 76, 100, 740).Ἐπίσης, τόν ὅρο «Ρούμελη» στ. 78: «πώς ἐσηκώθηκ’ ἡ Βλαχιά, κι ἡ Ρούμελη κι ἡ Μάνη (Ρούμελη=ἡΣτερεά Ἑλλάδα), σ’ ἀντίθεση μέ τήν «Τουρκιά» (στ. Ρωμηοσύνη»), καί μάλιστα σέ ἀναφορά πρός τό ἀναμενόμενο ἐλεύθερο Γένος, στά ἀκόλουθα σημεῖα:

στ. 10  «Ὁ Δασκαλογιάννης «μές τήν καρδιά του ἤθελε τήν Κρήτη Ρωμηοσύνη…». Τό νόημα τοῦ ὅρου προσδιορίζεται σαφῶς ἀπό τούς ἑπομένους στίχους: 11-16: «Κάθε λαμπρή καί Κυριακή ἤβανε τό καπέλλο/καί τοῦ Πρωτόπαπα ‘λεγε: Τό Μόσκοβο θά φέρω/νά τά συντάμει τά Σφακιά τσοί Τούρκους νά ζυγώξου/καί γιά τήν Κόκκινη Μηλιά δρόμο νά τῶνε δώσου/Μά κι ὅποιοι των θέλουσι στήν Κρήτη ν’ἀπομείνου/Σταυρό νά προσκυνήσουσι καί χριστιανοί νά γίνου». στ. 108: «τσῆ Ρωμιοσύνης τόν ὀχτρό οὗλοι  νά πολεμούσι…». στ. 980-81: «Μά δίχως νά τήν κάμουσι τήν Κρήτη Ρωμηοσύνη/νά τά ξεβγάλουν τά Σφακιά δέν ἦτο δικιοσύνη…» [8].

   4. Τό «τραγούδι τοῦ Δασκαλογιάννη» μᾶς ἐπιτρέπει, συνεπῶς, νά διαπιστώσουμε χρήση τοῦ ὅρου, καί μάλιστα μέ ἄνεση πού δείχνει ἐξοικείωση μαζί του καί μακρά παρουσία του, στό εὐρύτερο λαϊκό λεξιλόγιο, πενήντα περίπου χρόνια πρίν ἀπό τόν Γ. Ἰακωβάτο.  Κυκλοφοροῦσε, μάλιστα ὁ ὅρος στό στόμα τοῦ λαοῦ, πού μέ τόν ἀπόλυτο σεβασμό, ὅπως δείχνει ἡ δημοτική μας ποίηση, χρησιμοποιεῖ τούς καθιερωμένους ὅρους, χωρίς τόν βιασμό πού συνήθως ἐπιβάλλουν στή χρήση τους οἱ λόγιοι,ὑποκειμενικά στίς ὁποιεσδήποτε δεσμεύσεις ἤ ἰδεολογικές σκοπιμότητές τους.

        Ἡ διάσωση λ.χ. τοῦ ὅρου Ρωμανία, πού ἀπό τόν δ΄ αἰώνα δηλώνει τό ὄνομα τῆς ἐκχριστιανισμένης Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας [9], γίνεται στό στόμα τοῦ λαοῦ (ποίηση π.χ. Πόντου, Κύπρου κ.λ.π.), ἐνῷ ἡλογιοσύνη ἄκριτα καί δουλικά δέχθηκε τούς ὅρους «Βυζάντιο» (καί «Βυζαντινή αὐτοκρατορία»), πού μόλις τό 1562 γιά πρώτη φορᾶ ἐφευρέθηκε ἀπό δυτικούς συγγραφεῖς (Ἱερ. Βόλφ), γιά τήν ἐγκατάλειψηἀπό τόν Ἑλληνισμό τοῦ ὀνόματος τῆς αὐτοκρατορίας του καί τήν ἰδιοποίησή του ἀπό τή Δύση.

   5. Εἶμαι γι’ αὐτό εὐγνώμων στόν φίλτατο κ. Κ. Σαρδελή, διότι τώρα μποροῦμε νά καταλήξουμε σέ κάποια ἀνανεωμένα συμπεράσματα:

   α) Ὁ ὅρος «Ρωμηοσύνη» εἶναι πολύ παλαιότερος ἀπ’ ὅσο φανταζόμεθα προηγουμένως . Ἀπό τή δεκαετία τοῦ 1830 κατεβαίνουμε στή δεκαετία τοῦ 1780 καί γιατί ὄχι, καί πρό τοῦ 1770, ἐποχή, τήν ὁποία ἐξιστορεῖ ὁ Μπαρμπα-Παντζελιός, ὁ ὁποῖος, μέ κάθε ἄνεση, παραδίδει τόν ὅρο. Ἄν ὁ ὅρος πλάσθηκε στήν Κρήτη, δέν μπορεῖ νά ὑποστηριχθεῖ αὐτή τή στιγμή.

   β) Ἡ κυκλοφορία τοῦ ὅρου στό στόμα τοῦ λαοῦ, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν πρώτη ἐμφάνισή του, φανερώνει βαθύ ρίζωμά του στήν εὐρεία λαϊκή κρητική συνείδηση, πού μένει πιστότερα ἐξαρτημένη ἀπό τή ρωμαίικη παράδοση τοῦ Γένους.

   γ) Εἴμασθε ὑποχρεωμένοι νά ἐγκαταλείψουμε πιά θέσεις, ὅπως ἐκεῖνες τοῦ σοφοῦ κατά τά ἄλλα καί πολυΐστορος Νίκ. Τωμαδάκη, ὅτι δηλ. ὁ ὅρος «Ρωμηοσύνη» εἶναι νεόπλασμα τοῦ παρελθόντος (19ου,αἰ.)[10], χρησιμοποιούμενον ἀκρίτως ὑπό τινῶν λογοτεχνῶν (Ἐφταλιώτης, Κόντογλου)! Ἔτσι, θά ἀποφευχθοῦν καί ἀνοίκειες στήν ἐπιστήμη ἀπολυτότητες, ὅπως ἡ διακήρυξη τοῦ ἰδίου Διδασκάλου, ὅτι δῆθεν «οὐδείς πρό τοῦ 1850 εἶπεν ἤ ἔγραψε τήν λέξιν αὐτήν, μέ τήν ὁποίαν θέλουν νά ἀντικαταστήσουν τόν Ἑλληνισμό».

   δ) Οὐδείς ὅμως ἐχέφρων καί ἰσορροπημένος ἐρευνητής θά  ἤθελε ποτέ νά ἀντικαταστήσει τόν κατά τόν ἴδιο Διδάσκαλο «ἀναντικατάστατον Ἑλληνισμό» [11] μέ τό ὄνομα Ρωμηοσύνη, γιά τόν ἁπλούστατο λόγο,ὅτι οἱ ὄροι νοηματικά δέν συμπίπτουν σήμερα ἀπόλυτα. Ὁ ὅρος «Ρωμηοσύνη» σημαίνει τόν Ὀρθόδοξο Ἑλληνισμό, καί μάλιστα στήν οἰκουμενική ἐκδοχή του: Κάθε Ὀρθόδοξος πολίτης τῆς Νέας Ρώμης,ἀνεξάρτητα ἀπό τή φυλετική καταγωγή του, εἴναι  αὐτοδίκαια «Ρωμαῖος-Ρωμηός». Οὐδείς μή Ὀρθόδοξος εἶναι δυνατόν νά ὀνομασθεῖ ποτέ «Ρωμαῖος-Ρωμηός». Ἐνῷ τό ὄνομα «Ἕλλην», ταυτισμένο ἀπό τόν 19ο αἰ. μέ τό «Ἑλληνικό Κράτος», μπορεῖ μέ κάθε εὐκολία νά ἀποδοθεῖ καί στούς μή Ὀρθοδόξους[12].

Ὅταν, συνεπῶς ὁ Ὀρθοδοξος Ἕλλην αὐτοπροσδιορίζεται καί μέ τό (κρατικό – πνευματικό καί ποτέ φυλετικό) ὄνομα «Ρωμηός», δηλώνει τήν ὀρθόδοξη ταυτότητα καί συνείδησή του. Οὐδεμία ἄρα σύγκρουση μπορεῖ νά ὑπάρξει στή χρήση αὐτῶν τῶν ὀνομάτων.

Τά ὀνόματα «Ρωμαῖος» καί «Ἕλλην» ταυτίσθηκαν στή μακραίωνη ἱστορική τους χρήση καί μόνο ἡ λογιοσύνη ἔχασε κάποια ἰσορροπία στή χρήση τους. Ὄχι ὅμως ποτέ τό εὐρύ στρῶμα τοῦ λαοῦ καί ἡ πνευματική κιβωτός του, ἡ πατερική Ὀρθοδοξία.

 

  Σημειώσεις : 

[1] Ν. Β. Τωμαδάκη, Ἡ ἀδόκιμος Ρωμηοσύνη καί ἡ ὑπόδουλος Ρωμηοσύνη, ΕΕΒΣ τ. 44 (1979-80) σ. 330

[2] Βλ. π. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, Εὐρωπαϊκός Διαφωτισμός καί Ρωμηοσύνη (Ἔλεγχος θέσεων τῆς ΔυτικῆςἹστοριογραφίας),  στόν τόμο «Ἑλληνισμός Μετέωρος», Ἀθήνα 1992, σ. 74-86

[3] Βλ. Κ.Θ. Δημαρά, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Ἀθήνα 1993, σ. 404

[4] π. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, Πολιτική καί Θεολογία, Κατερίνη 1990 σ. 51 ἔ.ἔ.

[5] Γεώργιος Τυπάλδος-Ἰακωβάτος, Ἱστορία τῆς Ἰονίας Ἀκαδημίας, Ἔκδοση – εἰσαγωγή – σχόλια Σπύρος Ι.Ἀσδραχᾶς, Ἀθήνα 1982

[6] π. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, ὅπ. π. σ. 78 ἐ.ἑ.

[7] Μπαρμπα-Παντζελιοῦ, τό τραγούδι τοῦ Δασκαλογιάννη. Εἰσαγωγή – Σχόλια Βασ. Λαούρδα,Ἡράκλειον Κρήτης, 1947. Κατά τόν ἐκδότη εἶναι «ἕνα ἀπό τά πιό ἀξιόλογα ἔργα τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας» (σ. 7)

[8] Βλ. Βασ. Λαούρδα, ὅπ. π. σ.13

[9] Περί τό 335 γράφει ὁ Μ. Ἀθανάσιος (Ἱστορ. Ἀρειαν. Πρός Μοναχούς Ε, 35 : «μητρόπολις ἡ Ρώμη τῆς Ρωμανίας ἔστιν».

[10] Ὁ Ν. Τωμαδάκης μιλεῖ ἀκόμη γιά «ἀνύπαρκτον ὅρον Ρωμηοσύνη» (ὅπ. π. σ. 330)!!!

[11] Ν. Β. Τωμαδάκη, ὁ ἀναντικατάστατος Ἑλληνισμός, Ἐπετηρίς Ἱδρύματος Νεοελληνικῶν Σπουδῶν, τ. Β΄ (1981-82) σ. 83-91

[12] Σ’ αὐτό συνετέλεσε ἡ κατά τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ταύτιση τοῦ ὀνόματος Ἕλλην ὄχι μέ τό «ὀρθόδοξος», ἀλλά μέ τό γενικότερο «Χριστιανός» ἀπό τήν πολιτική ἡγεσία (π.χ. Θεόδ. Νέγρης), γιά τήν προσέλκυση τῶν δυτικῶν Δυνάμεων

 

(Ἀπό  τό βιβλίο τοῦ π. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ  – ἱστορικές και θεολογικες, Αθήνα 1998, σ. 27-37)